Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς, Μια μαρτυρία για την Κατοχή

Χρήστος Γιανναράς [πηγή: Βικιπαίδεια]

 

 Τρίτη τάξη του δημοτικού σημαίνει για μένα: χειμώνας του ‘43-’44. Πάντα Κατοχή και στέρηση –πείνα. Ο φούρνος μας μοίραζε με το δελτίο αντί για ψωμί ένα περίεργο κατασκεύασμα από καλαμποκάλευρο, κολλημένο σε τσιγαρόχαρτο για να μην τρίβεται. Το λέγαμε «μπομπότα». Μας έδιναν και στο σχολειό ένα άθλιο συσσίτιο: κουρκούτι, που με φοβερή δυσκολία το καταπίναμε, και πατάτες βραστές μέσα σε λίγο λάδι ταγγιασμένο. Γεύσεις ανεξάλειπτες για μια ολόκληρη ζωή.

Η μητέρα έτρεχε απελπισμένη να εξοικονομήσει κάτι περισσότερο. Άρχισε να πουλάει κοσμήματα, ασημένια μαχαιροπήρουνα. Έτσι, δεν μας έλειψε τουλάχιστον το λάδι. Θυμάμαι τον κουστουμαρισμένο μαυραγορίτη που μας το έφερνε στο σπίτι με χίλιες-δυο προφυλάξεις. Απ’ όλους μας, πιο αδύνατη κι εξαντλημένη ήταν η μητέρα –πετσί και κόκαλο. Φοβόμουν γι’ αυτήν. Κάποια στιγμή παζάρεψε στο Μοναστηράκι και τις βαριές σιδερένιες πόρτες του αντιαεροπορικού καταφυγίου που διέθετε το σπίτι μας. Και τις πούλησε για λίγο λάδι.

Το σπίτι μας ανήκε, από τα νοίκια του προσπαθούσαμε να ζήσουμε. Κρατούσαμε εμείς το ισόγειο και νοικιάζαμε τους τρεις ορόφους. Στον ένα έμενε ο Γεώργιος Παμπούκας, καθηγητής της Γεωπονικής και υπουργός Γεωργίας στην κατοχική κυβέρνηση. Δύο ορόφους κρατούσε η οικογένεια Καρούσου: είχαν το μεγαλύτερο αρτοποιείο-ζαχαροπλαστείο της Αθήνας, στην οδό Πανεπιστημίου. Ο γιος Καρούσος ήταν παντρεμένος με την κόρη του Λογοθετόπουλου, πρωθυπουργού της κατοχικής κυβέρνησης. Στις δεξιώσεις των Καρούσων γέμιζε η πολυκατοικία γερμανούς αξιωματικούς, μυρωδάτες κυρίες, πρόσωπο της κυβέρνησης. Την άλλη μέρα ο σκουπιδοτενεκές τους ήταν στόχος της φτωχολογιάς.

Η μητέρα προσπαθούσε να πείσει τον Καρούσο να μας δίνει το ενοίκιο σε αλεύρι –ο πληθωρισμός είχε αχρηστέψει το χρήμα. Ο Καρούσος δέχτηκε μόνο να συμπληρώνει το νοίκι –μια φορά το μήνα- με τέσσερα μικροσκοπικά, άσπρα και αφράτα ψωμάκια. Ένα για κάθε παιδί. Τα γευόμασταν σαν να προέρχονταν από παραμυθένιο κόσμο.

Χρήστος Γιανναράς, Καταφύγιο Ιδεών, εκδ. Ίκαρος, σελ.21-22

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: