Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2024

Ρητορικά Κείμενα (4) – Ὑπὲρ Μαντιθέου, Διήγηση-απόδειξη 18-19

Τείχη του αρχαίου φρουρίου των Ελευθερών, αρχαίας πόλης στα όρια της Αττικής με τη Βοιωτία. [πηγή: Βικιπαίδεια]



Ὑπὲρ Μαντιθέου, Διήγηση-απόδειξη 18-19

 

Μετάφραση

[18] Λοιπόν, ποτέ ως τώρα δεν απουσίασα από τις υπόλοιπες εκστρατείες και φρουρές, αλλά σε όλο το διάστημα της θητείας μου εκστράτευα με τους πρώτους και αποχωρούσα με τους τελευταίους. Με τέτοια, λοιπόν, κριτήρια πρέπει να κρίνετε αυτούς που με φιλοδοξία και με ευπρέπεια αναμιγνύονται στα πολιτικά και όχι να μισείτε κάποιον, επειδή είναι μακρυμάλλης. Γιατί αυτού του είδους οι συνήθειες ούτε τους απλούς πολίτες ούτε τις αρχές της πόλης βλάπτουν· αντίθετα, όλοι σας γενικά ωφελείστε από όσους είναι αποφασισμένοι να κινδυνεύουν απέναντι στους εχθρούς.

[19] Επομένως, δεν αξίζει, κύριοι βουλευτές, ούτε να αγαπάμε ούτε να μισούμε κάποιον λόγω της εξωτερικής του εμφάνισης, αλλά να τον κρίνουμε από τις πράξεις του. Γιατί πολλοί, παρόλο που μιλούν λίγο και ντύνονται καθωσπρέπει, έχουν προκαλέσει μεγάλες συμφορές, ενώ άλλοι, αν και τα παραμελούν αυτά, σας έχουν προσφέρει πολλά καλά.

 

Γλωσσικός σχολιασμός §§ 18-19

 § 18

  • φρουρῶν: φρούριο, περιφρούρηση, αφρούρητος, φρουραρχείο, φρουρά.
  • ἀπελείφθην < από + λείπομαι: βλέπε γλωσσικά σχόλια της § 10.
  • διετετέλεκα < δια + τελέω, -ῶ: τελετή, τελετουργικός, ατέλεστος.
  • ἀναχωρῶν < ἀνά + χωρέω, -ῶ: κατα-, υπο-, παρα-, αναχώρηση, συγχωρώ.
  • κοσμίως < κόσμος (= στολίδι): κόσμημα, κοσμιότητα, (δια)κοσμητικός.
  • κομᾷ < κομάω, -ῶ: κόμη, κομήτης. [υπάρχει και ρ. κομέω, -ῶ (= φροντίζω, περιποιούμαι), από το οποίο προέρχονται τα παράγωγα: κομίζω, κομψός, ιππο–κόμος, ανθοκόμος, βρεφοκόμος, γηροκομείο, τυροκομείο, πτωχοκομείο κλπ.)· με αυτό το ρήμα, σύμφωνα με τον Μπαμπινιώτη, συνδέεται το κομμόω, -ῶ (= στολίζω, καλλωπίζω) που έδωσε τα κόμμωση, κομμωτήριο, κομμωτής, κομμώτρια]
  • μισεῖν < μισέω, -ῶ: μίσος, μισητός, μισάνθρωπος, μισογύνης.
  • βλάπτει: βλάβη, βλαπτικός, αβλαβής, φρενοβλάβεια, βλαβερός.
  • ἐθελόντων < (ε)θέλω: θέλημα, θέληση, εθελοντής, εθελούσιος, άθελα.
  • ὠφελεῖσθε < ὠφελέομαι, -οῦμαι: ωφέλεια, ωφέλιμος, ανώφελος, ωφελιμισμός.

 

§ 19

  • ἀμελοῦντες > α (στερητικό) + θ. μελ- από το απρόσωπο μέλει: αμελής, επιμελής, μελέτη, μέλημα.

 

Επιχειρηματολογία §§ 18-19

Ρητορικά ήθη (ηθοποιία)

Ρητορικά πάθη (παθοποιία)

Στις παραγράφους 18 και 19 ο Μαντίθεος αναφερόμενος στο κριτήριο αξιολόγησης του πολίτη τονίζει ότι:

- οι πολίτες πρέπει να κρίνονται από τις εξαίρετες πράξεις τους και ιδίως από την προσφορά τους στην πατρίδα.

- η εξωτερική εμφάνιση δεν μπορεί να αποτελέσει ασφαλές μέτρο κρίσης των ανθρώπων.

 

 

γενναίος, πατριώτης, αξιοπρεπής

κατήγοροι: φθονεροί, συκοφάντες

 

 

συμπάθεια

 

Ο Μαντίθεος συνεχίζει στην ίδια γραμμή που έχει χαράξει ως τώρα: με επίκεντρο την άψογη εκτέλεση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων επιχειρεί να φανερώσει την εντιμότητα, τη γενναιότητα και τη φιλοπατρία του, με σκοπό βέβαια να κερδίσει τη συμπάθεια των βουλευτών. Ταυτόχρονα επιχειρεί να μαλακώσει την οργή όσων ενοχλούνται από τη εμφάνισή του, επισημαίνοντας ότι το ζήτημα αυτό αποτελεί θέμα μικρής σημασίας.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: