Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2025

Ο Βασίλης Κάλφας εξηγεί την πλατωνική θεωρία των Ιδεών (γ΄ μέρος)

  

Πλάτων και Αριστοτέλης. Λεπτομέρεια από τον πίνακα Η Σχολή των Αθηνών του Ραφαήλ (πηγή: Wikimedia Commons)


Πώς ο Πλάτων φθάνει στις Ιδέες / Πλατωνική ηθική

Με όλα αυτά που είπαμε, θα μπορούσε κανείς να θέσει το ερώτημα: πώς ο Πλάτων, γιατί ο Πλάτων, αν θέλετε, εισάγει τις Ιδέες; Δεν υπάρχει απάντηση που δίνεται από τον ίδιο· περισσότερο είναι μια μορφή ερμηνείας, με βάση τη συνολική πλατωνική φιλοσοφία. Σε αυτό που λέγεται συνήθως —και το βλέπουμε κυρίως στους πρώιμους διαλόγους, όπου ο αντίπαλος είναι ο σοφιστής κατά κανόνα— είναι και μια ερμηνευτική γραμμή, ότι απέναντι στη θέση των σοφιστών —την οποία υπερτονίζει ο Πλάτων, μάλιστα παραπάνω ίσως από όσο ήταν θέση των σοφιστών— ότι δεν πιστεύουν στην αντικειμενική αλήθεια· ότι η αλήθεια είναι σχετική έννοια και συνδέεται με την πειθώ και τη ρητορική και το επιχείρημα κ.τ.λ., ο Πλάτων ήθελε να αντιτάξει "μια απόλυτη θεωρία αλήθειας". Δεν μπορεί αυτή η αλήθεια να στηριχτεί στο τι πιστεύει ο κόσμος, ούτε στο τι αντιλαμβάνεται ο κόσμος με τις αισθήσεις, οπότε ήθελε ένα σταθερό θεμέλιο, γι’ αυτό εισήγαγε τις Ιδέες. Αλήθεια, δηλαδή, στο πλατωνικό σύστημα είναι η γνώση των Ιδεών, και αυτή είναι απόλυτη· δεν εξαρτάται ούτε από μένα, ούτε από σένα, ούτε απ’ την εποχή· είναι πάντα η ίδια.

Αυτό ταιριάζει λίγο με την περιγραφή του Αριστοτέλη για τις Ιδέες τις πλατωνικές. Θα σας διαβάσω τι λέει στα Μετά τα φυσικά, όταν φτάνει στον Πλάτωνα· έχει μιλήσει για τους Προσωκρατικούς, για τους Πυθαγόρειους, αναφέρει λίγο τον Σωκράτη με έναν ενδιαφέροντα τρόπο και πηγαίνει στον Πλάτωνα. Λέει λοιπόν ο Αριστοτέλης —και υποθέτουμε ο Αριστοτέλης ήξερε καλύτερα από όλους μας τον Πλάτωνα: «Όταν», λέει, «ο Σωκράτης στράφηκε στα ηθικά ζητήματα αδιαφορώντας για την όλη φύση, και αναζήτησε εκεί το καθολικό αναδεικνύοντας πρώτος τη σημασία των ορισμών, ο Πλάτων τον ακολούθησε, θεώρησε όμως ότι αυτή η διαδικασία δεν μπορεί να έχει αντικείμενο τα αισθητά αλλά κάποιες άλλες οντότητες. Ο λόγος ήταν ότι είναι αδύνατο να υπάρξει ενιαίος ορισμός ενός αισθητού, καθώς τα αισθητά συνεχώς μεταβάλλονται. Ο Πλάτων λοιπόν ονόμασε αυτές τις οντότητες «ιδέες», και υποστήριξε ότι τα αισθητά υπάρχουν ξεχωριστά από αυτές, παίρνουν όμως όλα το όνομα τους από τη σχέση τους με αυτές». Έχουμε λοιπόν μια καίρια —ως συνήθως στον Αριστοτέλη— περιγραφή των Ιδεών και μια πολύ, νομίζω, διεισδυτική προσέγγιση της σχέσης Σωκράτη – Πλάτωνα.

Ο Σωκράτης λοιπόν, ψάχνει το καθολικό, αλλά δεν έχει χωρίσει τον κόσμο στα δύο· δηλαδή ο Σωκράτης πιστεύει ότι μία πραγματικότητα υπάρχει: αυτή μες στην οποία ζούμε, τα "αισθητά" τυπικά. Έρχεται ο Πλάτων και λέει: "πώς θα ορίσω καθολική έννοια, αν μείνω στο αισθητό;" Και δεν μιλάω μόνο για τον άνθρωπο ή την πολυθρόνα κ.τ.λ. Σκεφτείτε τη δικαιοσύνη, που λέγαμε. Αισθητή δικαιοσύνη, με αυτή την έννοια, είναι η αντίληψη που έχουν οι άνθρωποι για τη δικαιοσύνη στην αθηναϊκή δημοκρατία, στη Σπάρτη, στην Κόρινθο κ.τ.λ. Μπορώ να ορίσω τι είναι "δικαιοσύνη", μένοντας στις απόψεις των ανθρώπων; Υπαινίσσεται ίσως ο Αριστοτέλης ότι οι σοφιστές θα κάναν κάτι τέτοιο. Θα λέγανε: «Δεν υπάρχει απόλυτη έννοια δικαιοσύνης· εφόσον μόνο τα αισθητά υπάρχουνε και τα βιώματα και οι πολιτείες οι πραγματικές, ας δούμε τι πιστεύουν οι άνθρωποι κάθε εποχής, και ας μείνουμε σ’ αυτό».

Ο Πλάτων δεν το θέλει αυτό λοιπόν· θέλει να υπάρχει μία απόλυτη έννοια δικαιοσύνης, ένας ορισμός —ο οποίος να μην εξαρτάται από χρόνο, χώρο κ.τ.λ.— της δικαιοσύνης. Άρα είναι αναγκασμένος να κάνει ένα οντολογικό βήμα, μια οντολογική επανάσταση, και να πει: "Δεν υπάρχουν μόνο τα αισθητά. Υπάρχει και ένα δεύτερο επίπεδο πραγματικότητας, οι Ιδέες, και εγώ θα μείνω σ’ αυτό προσανατολισμένος· για να μπορώ να έχω σταθερές αξίες· για να μπορώ να αντιταχτώ σε έναν σοφιστή, ο οποίος θα μου πει αυτό: «διάβασε τον Ηρόδοτο· θα δεις τι πιστεύουνε οι Πέρσες, θα δεις τι πιστεύουμε εμείς. Ο κόσμος αλλάζει, αλλάζουν και οι ιδέες μας, επομένως δεν υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα· αλήθεια —αν θέλετε— απόλυτη»".

Αυτό νομίζω ότι είναι μια καλή εξήγηση, ίσως μερική. Θεωρεί δηλαδή ότι ο Πλάτων έχει ένα ιδανικό ακλόνητης αλήθειας, το θεωρώ σωστό· αυτό προσπαθεί να κάνει με τις Ιδέες. Ότι αντίπαλος τώρα, είναι μόνο οι σοφιστές, οι οποίοι ήταν τόσο σημαντικοί και τόσο ξένοι, ώστε αυτό να τον προσανατόλισε; εδώ θα είχα κάποιες αμφιβολίες. Δεν μπορώ δυστυχώς να στηρίξω άλλη άποψη, με την έννοια ότι δεν έχουν σωθεί τα κείμενα των σοφιστών. Αν είχαμε την ολότητα των κειμένων των σοφιστών —ιδίως των πιο διεισδυτικών, όπως ήταν ο Πρωταγόρας ή ο Αντιφώντας— θα μπορούσαμε να πούμε: "να ένας αντίπαλος, και εδώ ο Πλάτων πάει στο άλλο άκρο". Έχω την εντύπωση —επειδή όπως σας είπα, θεωρώ τον Πλάτωνα πιο πολύ πολιτικό στοχαστή και εισηγητή ενός νέου τρόπου ερμηνείας της πραγματικότητας— ότι τα κίνητρά του είναι ευρύτερα από τη σοφιστική, δηλαδή από μια αντίθετη φιλοσοφική σχολή της εποχής του Σωκράτη.

Αν διαβάζει —και πιστεύω ότι διάβαζε ο Πλάτων— ας πούμε, τον Θουκυδίδη, του οποίου είναι ένα κείμενο που γράφεται την ίδια εποχή με του Πλάτωνα (λίγο πριν), και περιγράφει την κατάσταση της Αθήνας σε μια κρίσιμη φάση, όπως είναι ο Πελοποννησιακός Πόλεμος. Εκεί θα δει μία προσέγγιση της πολιτικής πραγματικότητας, η οποία όπως λέει ο Θουκυδίδης, στηρίζεται αποκλειστικά [στην ανθρώπινη φύση]. Η ανθρώπινη φύση για τον Θουκυδίδη έχει τρία χαρακτηριστικά: την επιδίωξη της τιμής, την επιδίωξη του συμφέροντος και το "αντίπαλον δέος", τον φόβο του αντιπάλου. Κινούμενος λοιπόν με αυτά τα τρία στοιχεία, ένας άνθρωπος, αλλά και μία πόλη όπως η Αθήνα (στην ουσία η ιστορία του Θουκυδίδη είναι η ιστορία της Αθήνας), δεν επικαλείται, δεν καθορίζει τη συμπεριφορά της ούτε έννοια δικαιοσύνης, ούτε ανθρώπινα δικαιώματα, ούτε το τι πιστεύουν οι άνθρωποι για το δίκιο κ.τ.λ., αλλά απλώς το "συμφέρον", ο "φόβος του αντιπάλου" και η "δόξα". Έτσι μπορεί κανείς να διαβάσει, ας πούμε, τον διάλογο των Μηλίων· αλλά και κείμενα πιο, έτσι, θεμιτά, όπως τον Επιτάφιο του Θουκυδίδη, ότι η δόξα της Αθήνας και ειδικά της αθηναϊκής δημοκρατίας —περιγράφει ο Θουκυδίδης— στηρίχτηκε αποκλειστικά στην ψυχρότητά της. Στο γεγονός δηλαδή ότι δεν έκρινε με βάση το δίκιο, το όσιο, το ευσεβές, το ανθρώπινο δικαίωμα θα λέγαμε εμείς σήμερα κ.τ.λ. που είναι απόλυτο, όπως θα ‘θελε ο Πλάτωνας· αλλά την περίσταση: "Με συμφέρει να εξοντώσω τους Μηλίους ή όχι;". Το επιχείρημα υπέρ της εξόντωσης —και μάλιστα το δίνει πάρα πολύ ωραία ο Θουκυδίδης, όχι στους Μήλιους, αλλά στους Μυτιληναίους— όταν στην αρχή οι Αθηναίοι παίρνουν απόφαση να τους εξοντώσουν όλους και μετά το ξανασκέφτονται και αλλάζουνε και σκοτώνουν μόνο χίλιους, ας πούμε.

Ποιο είναι το επιχείρημα στη μία και στην άλλη περίπτωση; Ο μεν Κλέων λέει ότι «τους σκοτώνουμε όλους, διότι αυτό είναι παραδειγματισμός· για να μην σηκώσει κανείς κεφάλι στο μέλλον», ο δε Διόδοτος, που επικρατεί στο τέλος, λέει ότι «η επιείκεια εδώ, αν δεν τους σκοτώσουμε όλους, είναι προς συμφέρον μας: έτσι δεν θα φύγουν και οι άλλοι». Αν δει λοιπόν κανείς αυτή τη συζήτηση και τη θεωρήσει, ως έναν βαθμό, αντιπροσωπευτική (βέβαια ο Θουκυδίδης δεν είναι απλώς ιστορικός με την έννοια της περιγραφής, έτσι; προφανώς μεταπλάθει τα γεγονότα), αλλά αν αυτό δείχνει κάτι —και νομίζω ότι δείχνει κάτι πολύ σημαντικό— είναι ότι ο Πλάτων μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον, όπου οι ηθικές αξίες είχαν δευτερεύουσα σημασία. Όταν λοιπόν ζητάει απόλυτες αρχές, δεν είναι απλώς ένα φιλοσοφικό βήμα· είναι εμμέσως μία κριτική στις ισχύουσες πολιτικές πρακτικές.

Ο λόγος που δεν χωνεύει τη ρητορική ο Πλάτων, δεν είναι ότι δεν τη χρησιμοποιεί· τα πλατωνικά κείμενα είναι ρητορικότατα κείμενα, είναι από τα πιο καλά κείμενα ρητορικής που έχουν γραφεί ποτέ· ξέρει τη δύναμή της. Δεν θέλει να χρησιμοποιείται η ρητορική και η δύναμη του λόγου απλώς για το συμφέρον, την πειθώ κ.τ.λ. και όχι για την αλήθεια. Άρα προσπαθεί να επαναπροσανατολίσει όλο το σύστημα των αξιών της εποχής (που είναι ο "λόγος", όντως, είναι η διαμάχη των επιχειρημάτων· στοιχεία δηλαδή που δέχεται από τον Σωκράτη και απ’ τους προηγούμενους φιλοσόφους) προς ένα όμως θεμέλιο —το οποίο λείπει κατά τη γνώμη του τόσο από την προηγούμενη φιλοσοφία, όσο και από την τρέχουσα πολιτική πρακτική— που είναι η αλήθεια. Φιλοσοφία δηλαδή χωρίς αλήθεια, για τον Πλάτωνα, δεν έχει καμία σημασία.

Οι Ιδέες λοιπόν, θα 'λεγε κανείς ότι είναι η απάντηση του Πλάτωνα και στον σχετικισμό τον ηθικό των σοφιστών και της εποχής, και στον αγνωστικισμό που βγαίνει: "δεν μπορώ να γνωρίσω τη φύση των θεών, δεν μπορώ να γνωρίσω τη φύση της αλήθειας". Ο Πλάτων ποτέ δεν αμφισβητεί τη δυνατότητα του ανθρώπου να φτάσει στην αλήθεια, έστω και αν αυτή τη βλέπει σαν πάρα πολύ δύσκολη διαδικασία· σαν διαδικασία ζωής, σαν διαδικασία μεταρρύθμισης των πολιτειών μας και των αξιών μας· ωστόσο δεν αμφισβητεί αυτήν τη δυνατότητα. Άρα η θεωρία των Ιδεών είναι η συνολική απάντηση του Πλάτωνα, τόσο στο επίπεδο του Όντος (αλλά αυτό δεν είναι το κυρίαρχο, τι υπάρχει δηλαδή πραγματικά), όσο κυρίως στο επίπεδο της γνώσης: "θέλω να φτάσω στην αλήθεια και οι Ιδέες μου δίνουνε αυτή τη δυνατότητα", και στο πεδίο της ηθικής: "θέλω να μπορώ να λειτουργώ με βάση σταθερά αξιολογικά κριτήρια, ηθικά"· και πάλι οι Ιδέες λειτουργούν έτσι. Άρα λοιπόν στο πλατωνικό σύστημα, ηθική, γνωσιολογία και οντολογία συνδέονται.

Σε κάποια κείμενα, ειδικά στην Πολιτεία, ο Πλάτων θα μιλήσει για μία Ιδέα που ξεχωρίζει από τις άλλες και την οποία θα ονομάσει "το Αγαθό". Υπάρχει ολόκληρη συζήτηση τι σημαίνει η ανώτερη Ιδέα. Για μένα, εκείνο που έχει σημασία, είναι ότι επιλέγει μία λέξη ή μια ιδέα, που θα τη μεταφράζαμε σήμερα στα νέα Ελληνικά ως "αρετή", έτσι; Το Αγαθό είναι η αρετή. Βάζοντας λοιπόν στην κορυφή της πυραμίδας των Ιδεών το Αγαθό ο Πλάτων, στην ουσία λέει ότι "η ηθική δεν μπορεί να διαχωριστεί από οποιαδήποτε γνώση και από οποιαδήποτε οντολογία". Δεν λέει ότι η ανώτερη Ιδέα είναι, ας πούμε, το Ον, που θα περίμενες, αυτό που υπάρχει, το Ον του Παρμενίδη ας πούμε· γιατί να μην το υιοθετήσει και να το κάνει μια ανώτατη Ιδέα; Είναι το Αγαθό, είναι η αρετή· η γνώση είναι αρετή. Δηλαδή "δεν μπορώ στο σύστημά μου —αν είσαι πλατωνικός", λέει ο Πλάτωνας, "να διαχωρίσεις το κομμάτι του πώς πράττω, ποιο είναι το δέον, τι πρέπει να κάνω απ’ το τι ξέρω και τι υπάρχει". Αυτή λοιπόν η σύνδεση θεωρώ ότι είναι το πιο χαρακτηριστικό σημείο του πλατωνισμού. Αν το χάσουμε αυτό, χάνουμε την ουσία του Πλάτωνα.

Από τις παραδόσεις του καθηγητή Βασίλη Κάλφα στο μάθημα της διαδικτυακής πλατφόρμας Mathesis Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία: Από τον Θαλή στον Αριστοτέλη (απομαγνητοφώνηση thwmh / αντιπαραβολή Aspi)

Δεν υπάρχουν σχόλια: