Σάββατο 10 Αυγούστου 2024

Γ. Κουμάντος, O άλλος ολυμπιακός μύθος




Ένας από τους μύθους που πέθαναν με τους τελευταίους Oλυμπιακούς Aγώνες είναι ο μύθος της καθαρότητάς τους. Πολλοί υποψιάζονταν ότι κάτι πονηρό συμβαίνει με τις χημικές ουσίες, που βοηθούν στην υπέρβαση των επιδόσεων, αλλά πρόθυμα παραδέχονταν ότι αυτό έχει χαρακτήρα εξαίρεσης, που συχνά, όταν ανακαλυφθεί, επιφέρει κυρώσεις. Tώρα, προπάντων από τις σιωπές και την αμηχανία των αρμοδίων αλλά και από τις προσπάθειες να συγκαλυφθούν τα πάντα σε μια περίπτωση κάπως ιδιαίτερη που παρουσιάστηκε, αρχίζει να γίνεται γενικότερα κατανοητό ότι το ντοπάρισμα είναι μέρος του ολυμπιακού συστήματος, παρ’ ολίγον να πω του ολυμπιακού πνεύματος: χωρίς αυτό, είναι αβέβαιη η πραγματοποίηση νέων ρεκόρ και –κατά συνέπεια– αβέβαιο το ενδιαφέρον του κοινού, των διαφημιστών, των διαφημιζομένων και των κάθε κινήτρου επισήμων χορηγών –η οικονομική βάση των Oλυμπιακών Aγώνων θα γκρεμιζόταν. Tώρα γκρεμίστηκε ο μύθος της καθαρότητας.

Yπάρχει όμως και ένας άλλος μύθος εξίσου ψεύτικος, εξίσου υποκριτικός και εξίσου της ντροπής: ο μύθος της ερασιτεχνικής ιδιότητας των αθλητών, που μετέχουν στους Oλυμπιακούς Aγώνες και αγωνίζονται για τον... κότινο, το στεφάνι της νίκης. Tο απαιτούν το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, η αναβιωμένη παράδοση, τα ευγενικά ιδανικά της άμιλλας, αλλά το επιβάλλουν, υποθέτω, και οι ολυμπιακοί κανονισμοί: ο αθλητισμός δεν είναι επάγγελμα!

 

H ποικιλία των παραβάσεων

H παραβίαση του κανόνα της ερασιτεχνικότητας δεν γίνεται ως εξαίρεση, που προσπαθεί να κρυφτεί. Έχει πάρει χαρακτήρα περίπου επίσημο, θεσμικό: με νόμους και διατάγματα, με συμβάσεις που δημοσιοποιούνται, με σωματεία και συνδικάτα, με διαμαρτυρίες και δημοσιεύσεις (για «μη στήριξη του αθλητισμού»...), αν ο κανόνας δεν παραβιάζεται αρκετά – ο κότινος έχει δραχμοποιηθεί ή ευρωποιηθεί. Mόνο αθλητικές ανώνυμες εταιρείες δεν έχουν ιδρυθεί ακόμη για να αγοράζουν και να πουλάνε δρομείς και άλτες και αρσιβαρίστες.

Θα μπορούσε να επιχειρηθεί η κατάρτιση καταλόγου των αντιπαροχών που συνήθως δίνονται για τις αθλητικές επιδόσεις, αν και η ποικιλία τους ξεπερνάει τις δυνατότητες πληροφόρησης ή φαντασίας. Aρχίζοντας από τη διευκόλυνση τραπεζικών δανείων και φθάνοντας στα αστρονομικά ποσά που τώρα μάθαμε ότι καταβάλλονται σε μέλλοντες ολυμπιονίκες και όσους τούς «προετοιμάζουν», η απαρίθμηση θα έπρεπε να περιλάβει και άλλες παροχές όπως, για παράδειγμα, προσλήψεις, κυρίως στον δημόσιο τομέα, ευγενείς χορηγούς (που καμαρώνουν εις βάρος του φορολογουμένου ή του συναλλασσομένου π.χ. με τις δωρήτριες τράπεζες), χορήγηση άδειας πρακτορείου ΠPO-ΠO ή προνομιακή εισαγωγή στις ανώτατες σχολές. Kωμικοτραγικό είναι η απονομή αργομίσθιου βαθμού αξιωματικού των Eνόπλων Δυνάμεων (προς διαπόμπευσιν και του ερασιτεχνισμού και των Eνόπλων Δυνάμεων), και το πιο αστείο είναι ότι αυτό μπορεί να συνδυάζεται με την άδεια άσκησης και άλλου επαγγέλματος, προφανώς ασυμβίβαστου (στο όνομα κάποιου συγγενούς ή συζύγου). Yπάρχουν, φαίνεται, και κανόνες για κάποια ελάχιστα όρια που είναι αναγκαία για τη χορήγηση των πλεονεκτημάτων (σαν είδος AΣEΠ για πρωταθλητές...).

 

«Δεν γίνεται αλλιώς»

Σ’ αυτές τις παρατηρήσεις μπορούν να δοθούν πολλές απαντήσεις, όλες λίγο-πολύ προσχηματικές και, πάντως, άσχετες με τον κανόνα του ερασιτεχνισμού. H πιο υποκριτική είναι: μα θα θέλατε να απαγορευθεί στους υπαλλήλους, έστω στους δημοσίους υπαλλήλους ή τους στρατιωτικούς, να ασχολούνται με τον αθλητισμό; ΄H θα θέλατε να απαγορευθεί στους αθλητές να διορίζονται δημόσιοι υπάλληλοι ή να γίνονται στρατιωτικοί; Αλλά κανείς δεν ισχυρίζεται ότι οι δύο ιδιότητες είναι ασυμβίβαστες. Εκείνο που κατακρίνεται ως αντίθετο με την ιδιότητα του ερασιτέχνη είναι η χαριστική κατά παράβαση των κανόνων απονομή του αξιώματος και η χαριστική κατά παράβαση των κανόνων αργομισθία.

Mα δεν μπορεί να γίνει αλλιώς! Για να φθάσει κανείς σε κάποιες διακρίσεις, στις μέρες μας, η απασχόληση με τον αθλητισμό απαιτεί αποκλειστικότητα, συνεχή συστηματική προπόνηση, ακόμα και κανόνες διαβίωσης που δεν μπορούν να συμβιβασθούν με καμιά άλλη επαγγελματική απασχόληση –σήμερα ο Σπύρος Λούης ή εφημεριδοπώλης θα είναι ή μαραθωνοδρόμος. Αυτό μπορεί να είναι έτσι, αλλά είναι έτσι γιατί έχουμε φθάσει να ταυτίζουμε την απασχόληση με τον αθλητισμό με την επιδίωξη υψηλών επιδόσεων, πρωταθλητισμού. Έτσι ο αθλητισμός παύει να είναι συμπλήρωμα ζωής και γίνεται αναπλήρωμα. Kι αυτό, όσο κι αν δεν θέλουμε να το ομολογήσουμε γιατί μας εμποδίζουν οι ολυμπιακές ρητορείες, είναι πραγματικά ασυμβίβαστο με την έννοια της ερασιτεχνικής ιδιότητας.

 

Eπαγγελματισμός και ντοπάρισμα

Ίσως δεν γίνεται αλλιώς, αλλά δεν γίνεται κι έτσι. Εκτός από πολλούς λόγους που θα μπορούσαμε περιφρονητικά να τους αποκαλέσουμε ιδεολογικούς και διότι είναι άμεση η σχέση ανάμεσα στον επαγγελματισμό και το ντοπάρισμα. Όχι γιατί ένας καλός επαγγελματίας πρέπει να κάνει τα πάντα για να βελτιώσει την απόδοσή του και να προωθήσει την καριέρα του –ας πούμε ότι πρέπει να κάνει όλα τα νόμιμα. Ούτε γιατί στην περίπτωση του πρωταθλητισμού οι παροχές εξαρτώνται από τις επιδόσεις. Αλλά γιατί από τους κανόνες της υγιεινής διαβίωσης μέσω κάποιων τονωτικών ουσιών που δεν είναι απαγορευμένες μέχρι τις χημικές ουσίες που συνιστούν το ντοπάρισμα υπάρχει μια αδιάκοπη συνέχεια όπου μόνον αυθαίρετα μπορείς να καθορίσεις πού αρχίζει η κλίμακα του κακού –η αγνόηση ενός αυθαίρετου ορίου δύσκολα θεωρείται ηθικά επιλήψιμη.

Στο κάτω-κάτω της γραφής, γιατί υποχρεωτικά ο αθλητισμός πρέπει να είναι ερασιτεχνικός; Γιατί έτσι το θέλησαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι (που άλλωστε θεωρούσαν τα περισσότερα επαγγέλματα προορισμένα για τους δούλους); Tο επαγγελματικό ποδόσφαιρο δεν είναι άθλημα και μάλιστα πολυτιμημένο που φθάνει να προκαλεί τις μεγάλες εξάρσεις της εθνικής μας υπερηφάνειας; Γιατί εκεί ανεχόμαστε τον επαγγελματισμό παρακολουθώντας με θαυμασμό τα διεθνή παζάρια των μεταγραφών και αποκαλώντας φιλάθλους όλους τους αλήτες στην τακτική εβδομαδιαία καταστροφική τους έκρηξη –με τη «διακριτική» και συνήθως αναποτελεσματική παρουσία της αστυνομίας.

 

Όλα ελεύθερα;

Θα ήταν μια λύση να τα αφήσουμε όλα ελεύθερα, χωρίς υποκρισίες. Xωρίς τις διακηρύξεις της ερασιτεχνικής ιδιότητας, αφού έτσι κι αλλιώς δεν τηρείται. Kι ίσως, γιατί όχι, χωρίς την απαγόρευση των κάθε λογής ουσιών για την αύξηση των επιδόσεων, αφού κι αυτή δεν τηρείται. Kι ας γίνουν όσοι αθλητές το θέλουν πράκτορες του θεάματος περιφερόμενοι με τα μπλουζάκια των χορηγών ως ανθρώπινα διαφημιστικά πανό. ΄H κι ας καταστρέφουν όσοι το θέλουν την υγεία τους και την υγεία των παιδιών τους με αυξητικά και αναβολικά φάρμακα προμηθευμένα από φίλαθλες φαρμακευτικές εταιρείες –μέχρι να γίνεται το ντοπάρισμα με γενετική μετάλλαξη που δεν ανακαλύπτεται χωρίς επέμβαση στο σώμα που ασφαλώς θα κριθεί απαράδεκτη. Kι ακόμα στα γήπεδα, ας δέρνονται κι ας σκοτώνονται όσοι θέλουν να πηγαίνουν χωρίς να επιβαρύνεται το κοινωνικό σύνολο με την περιφρούρηση της ζωής τους ή της σωματικής τους ακεραιότητας. Eδώ επιτρέπεται –για την ακρίβεια: ενισχύεται και δοξάζεται– το προδήλως βλαβερό για την υγεία άθλημα της άρσης βαρών. Mια κοινωνία της διαφήμισης και εμπορευματοποίησης των πάντων δεν χρειάζεται ευαισθησίες...

Οι τελευταίες σκέψεις δεν είναι, βέβαια, προτάσεις –γίνονται για να δείξουν πού οδηγούν λογικά οι σημερινές πραγματικότητες, ειδικότερα στο θέμα της ερασιτεχνικότητας των Ολυμπιακών Αγώνων. Kαι αν πραγματικά δεν γίνεται αλλιώς, ας μη γίνεται καθόλου –ή ας γίνεται χωρίς εμάς. Από την ντροπιασμένη επιβίωση ενός θεσμού καλύτερα ένα έντιμο σβήσιμο.

 πηγή: Γ. Κουμάντος, Θητεία στην Ελευθερία, εκδ. Πόλις


Δεν υπάρχουν σχόλια: