Ο Τσάρλι Τσάπλιν στο μικρόφωνο [πηγή: επίσημος ιστότοπος]
Πολλές ανοησίες έχουν γραφτεί για τη βαθιά μου μελαγχολία και τη μοναξιά. Ίσως ποτέ δεν χρειαζόμουν πάρα πολλούς φίλους -η διασημότητα τους τραβά όλους αδιακρίτως. Μου αρέσουν οι φίλοι, όπως μου αρέσει η μουσική, όταν έχω διάθεση. Το να βοηθήσεις ένα φίλο που έχει ανάγκη είναι πάντα εύκολο, αλλά το να του δώσεις το χρόνο σου δεν είναι πάντα δυνατό. Στο απόγειο της δημοτικότητάς μου είχα πάρα πολλούς φίλους και γνωστούς, και καθώς είμαι ταυτόχρονα εξωστρεφής κι εσωστρεφής, όταν επικρατούσε η τελευταία διάθεση, ήθελα να απομακρυνθώ απ’ όλους. Αυτό ίσως να εξηγεί εκείνα τα άρθρα που γράφτηκαν ότι είμαι άπιαστος, μοναχικός και ανίκανος για πραγματική φιλία. Αυτά είναι ανοησίες. Έχω έναν ή δύο καλούς φίλους που φωτίζουν τον ορίζοντά μου και όταν είμαι μαζί τους συνήθως διασκεδάζω.
Όμως η προσωπικότητά μου αναδεικνύεται και χάνεται ανάλογα με το συγγραφέα. Για παράδειγμα, ο Σόμερσετ Μομ έχει γράψει:
Ο Τσάρλι Τσάπλιν… το κωμικό του στοιχείο είναι απλό, γλυκό και αυθόρμητο. Συνέχεια έχεις το συναίσθημα ότι πίσω από όλα αυτά υπάρχει μια βαθιά μελαγχολία. Είναι ένα πλάσμα διαθέσεων και δε χρειάζεται η επιτηδευμένη αναφώνησή του -”Θεέ μου, είχα τόσο πολύ τις μαύρες μου χθες το βράδυ, που δεν ήξερα τι να κάνω με τον εαυτό μου”- για να σε προειδοποιήσει πως το χιούμορ του κρύβει από πίσω του τη θλίψη. Δε δίνει την εντύπωση ενός ευτυχισμένου ανθρώπου. Κατά τη γνώμη μου, υποφέρει από μια νοσταλγία της φτωχογειτονιάς. Η φήμη που απολαμβάνει, ο πλούτος του τον φυλακίζουν σ’ έναν τρόπο ζωής που απλά τον περιορίζει. Νομίζω ότι κοιτάζει πίσω, στην ελευθερία του νέου που αγωνίζεται με τη φτώχεια και με την πικρή στέρηση, με την επιθυμία που ξέρει ότι δεν μπορεί να ικανοποιηθεί. Γι’ αυτόν, οι δρόμοι του νότιου Λονδίνου είναι η σκηνή του παιχνιδιού, της χαράς και της απίθανης περιπέτειας… Μπορώ να τον φανταστώ να μπαίνει στο σπίτι του και ν’ αναρωτιέται τι σχέση μπορεί να έχει άραγε μ’ αυτό το παράξενο μέρος. Υποπτεύομαι ότι το μόνο σπίτι που μπορεί να αισθάνεται αληθινά δικό του είναι εκείνο που βρίσκεται στην πίσω μεριά της Κένινγκτον Ρόουντ. Μια νύχτα περπατούσα μαζί του στο Λος Άντζελες και τα βήματά μας μας έφεραν στο πιο φτωχό μέρος της πόλης. Υπήρχαν οι ρυπαρές, φτηνές πολυκατοικίες και τα άθλια φανταχτερά μαγαζιά που πουλούν εκείνα τα εμπορεύματα που οι φτωχοί αγοράζουν από μέρα σε μέρα. Το πρόσωπό του φωτίστηκε και η φωνή του πήρε ένα ζωηρό τόνο καθώς έλεγε: “Κοίτα, αυτή είναι η αληθινή ζωή, έτσι δεν είναι; Όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς απάτη”.
Αυτή η υποτιθέμενη παρατήρησή μου δεν είναι αληθινή. Βρισκόμασταν στη μεξικανική συνοικία και η παρατήρησή μου ήταν: “Υπάρχει περισσότερη ζωντάνια εδώ απ’ ό,τι στο Μπέβερλι Χιλς.”
Αυτή η στάση, το να θέλεις να κάνεις τη φτώχεια ελκυστική για τον άλλον, είναι ενοχλητική. Δεν έχω ακούσει ακόμη κανέναν φτωχό που να αισθάνεται νοσταλγία για τη φτώχεια ή που να βρίσκει ελευθερία σ’ αυτήν. Ούτε ο κύριος Μομ θα μπορούσε να πείσει κανένα φτωχό ότι η διασημότητα και τα μεγάλα πλούτη σημαίνουν περιορισμό. Δε βρίσκω κανένα περιορισμό στα πλούτη -αντίθετα βρίσκω πολλή ελευθερία σ’ αυτά. Δε νομίζω ότι ο Μομ θα έβαζε τις απατηλές απόψεις στο στόμα κάποιου από τους χαρακτήρες των μυθιστορημάτων του -ακόμη και του χειρότερου. Λόγια ηχηρά όπως “οι δρόμοι του νότιου Λονδίνου είναι η σκηνή του παιχνιδιού, της χαράς της απίθανης περιπέτειας” έχουν κάτι από τους ανάλαφρους αστεϊσμούς της Μαρίας Αντουανέτας.
Δεν βρίσκω τη φτώχεια ούτε ελκυστική ούτε διδακτική. Δε μου δίδαξε τίποτε, παρά μια παραμόρφωση των αξιών, μια υπερεκτίμηση των αρετών και της χάρης των πλουσίων και των λεγόμενων καλύτερων τάξεων.
Τα πλούτη και η διασημότητα, αντίθετα, μου δίδαξαν να βλέπω τον κόσμο στις σωστές του διαστάσεις, να ανακαλύπτω ότι οι επιφανείς άνθρωποι, όταν τους συναντώ, έχουν τις ελλείψεις τους, όπως και όλοι οι άλλοι. Τα πλούτη και η διασημότητα μου δίδαξαν ακόμη να απορρίπτω τα εξωτερικά διακριτικά -το σπαθί, το μπαστούνι και το μαστίγιο- σαν συνώνυμο με τον σνομπισμό, να γνωρίζω την απάτη της κολεγιακής προφοράς, όταν πρόκειται να εκτιμήσω την αξία και την εξυπνάδα ενός ανθρώπου, και την παραλυτική επίδραση που άσκησε αυτός ο μύθος στα μυαλά της αγγλικής αστικής τάξης, να ξέρω ότι η ευφυία δεν είναι αναγκαστικά αποτέλεσμα της εκπαίδευσης ή της γνώσης των κλασικών.
Παρά τους ισχυρισμούς του Μομ, όπως ο καθένας μας, κι εγώ είμαι ό,τι είμαι: ένα άτομο, μοναδικό και διαφορετικό, με μια γραμμική ιστορία προγονικών κινήτρων και παρορμήσεων, μια ιστορία από όνειρα, επιθυμίες και ιδιαίτερες εμπειρίες, που όλα μαζί κάνουν εμένα.
Τσάπλι Τσάπλιν, Η αυτοβιογραφία μου, εκδ. Επίκεντρο, 2005, σελ.310-312
Τσάρλι Τσάπλιν [πηγή: επίσημος ιστότοπος] |
Κάποτε, στη νότια Γαλλία, είδα επάνω σε μια ταφόπετρα τη φωτογραφία ενός χαμογελαστού δεκατετράχρονου κοριτσιού κι από κάτω χαραγμένη μία λέξη: “Pourquoi?”. Σε μια τέτοια απέραντη θλίψη είναι άχρηστο να ψάξουμε για απάντηση. Θα μας έκανε μόνο να ψευτοηθικολογήσουμε και να βασανιστούμε -όμως αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει απάντηση. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι η ύπαρξή μας δεν έχει νόημα ή ότι είναι τυχαία, όπως θα μας έλεγαν μερικοί επιστήμονες. Η ζωή και ο θάνατος είναι πολύ καθοριστικά, πολύ αδυσώπητα για να είναι τυχαία. Οι τρόποι της ζωής και του θανάτου -η ιδιοφυΐα που πεθαίνει πάνω στην ακμή της, οι παγκόσμιες ταραχές, τα ολοκαυτώματα και οι καταστροφές- μπορεί να φαίνονται μάταια και χωρίς νόημα. Αλλά το γεγονός ότι αυτά τα πράγματα συμβαίνουν φανερώνει έναν συγκεκριμένο, καθορισμένο σκοπό, που δεν είμαστε σε θέση να καταλάβουμε με το τρισδιάστατο μυαλό μας.
Υπάρχουν φιλόσοφοι που ισχυρίζονται ότι τα πάντα είναι ύλη σε κάποια μορφή κίνησης και ότι σε όλα όσα υπάρχουν δεν μπορεί τίποτε να προστεθεί ή να αφαιρεθεί. Αν η ύλη είναι δράση, θα πρέπει να την κυβερνούν οι νόμοι της αιτίας και του αποτελέσματος. Αν το δεχτώ αυτό, τότε κάθε ενέργεια είναι προκαθορισμένη. Αν είναι έτσι, τότε το ξύσιμο της μύτης μου είναι το ίδιο προκαθορισμένο, όπως και ένα αστέρι που πέφτει; Η γάτα που τριγυρνά γύρω από το σπίτι, το φύλλο που πέφτει από το δέντρο, το παιδί που σκοντάφτει. Η πηγή αυτών των πράξεων εντοπίζεται στο άπειρο; Είναι προκαθορισμένες και θα έχουν επιπτώσεις στην αιωνιότητα; Γνωρίζουμε την άμεση αιτία ενός φύλλου που πέφτει, του παιδιού που σκοντάφτει, αλλά δεν μπορούμε να εντοπίσουμε την αρχή ή το τέλος τους.
Δεν πιστεύω στη θρησκεία με τη δογματική έννοια. Οι απόψεις μου ταιριάζουν με εκείνες του Μακόλεϊ, ο οποίος έγραφε ότι τα ίδια θρησκευτικά επιχειρήματα συζητούνταν τον δέκατο έκτο αιώνα με την ίδια φιλοσοφική οξύτητα όπως και σήμερα· και παρ’ όλη τη γνώση που συσσωρεύσαμε και την επιστημονική πρόοδο, κανένας φιλόσοφος στο παρελθόν ή στο παρόν δεν έχει φωτίσει περισσότερο τα πράγματα πάνω σ’ αυτό το θέμα.
Ούτε πιστεύω ούτε δεν πιστεύω σε οτιδήποτε. Όσα μπορούμε να φανταστούμε βρίσκονται τόσο κοντά στην αλήθεια, όσο κι αυτό που μπορούμε να αποδείξουμε με τα μαθηματικά. Δεν μπορεί κανείς να πλησιάζει την αλήθεια μέσα από τη λογική. Μας περιορίζει σε μια γεωμετρική μορφή σκέψης που απαιτεί πάντοτε λογική και ευλογοφάνεια. Βλέπουμε τους νεκρούς στα όνειρά μας και τους δεχόμαστε σαν ζωντανούς, ενώ ξέρουμε, εκείνη την ίδια στιγμή, ότι είναι νεκροί. Και μολονότι το μυαλό που ονειρεύεται είναι χωρίς λογική, δεν έχει μήπως τη δική του ευλογοφάνεια; Υπάρχουν πράγματα πέρα από τη λογική. Πώς μπορούμε να κατανοήσουμε το ένα χιλιοστό του δισεκατομμυριοστού του δευτερολέπτου; Κι όμως, πρέπει να υπάρχει, σύμφωνα με τα μαθηματικά.
Καθώς γερνώ, με απασχολεί όλο και πιο πολύ η πίστη. Ζούμε μ’ αυτήν περισσότερο απ’ ό,τι νομίζουμε και πετυχαίνουμε με τη βοήθειά της περισσότερα απ’ ό,τι αναγνωρίζουμε. Πιστεύω ότι η πίστη είναι ο πρόδρομος όλων των ιδεών μας. Χωρίς πίστη δε θα αναπτύσσαμε ποτέ την υπόθεση, τη θεωρία, την επιστήμη, τα μαθηματικά. Πιστεύω ότι η πίστη είναι μια προέκταση του νου. Είναι το κλειδί που αναιρεί το αδύναμο. Το να αρνηθεί κανείς την πίστη σημαίνει να αναιρέσει τον εαυτό του και το πνεύμα που κινεί όλες τις δημιουργικές μας δυνάμεις.
Η πίστη μου βρίσκεται στο άγνωστο, σε όλα αυτά που δεν καταλαβαίνω με τη λογική. Πιστεύω ότι αυτό που βρίσκεται πέρα από την κατανόησή μας είναι ένα απλό γεγονός σε άλλες διαστάσεις και ότι στο βασίλειο του αγνώστου υπάρχει μια ατελείωτη δύναμη του καλού.
Τσάπλι Τσάπλιν, Η αυτοβιογραφία μου, εκδ. Επίκεντρο, 2005, σ.334-336
❦
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου