Ακολουθούν τα βασικά σημεία της διάλεξης:
2΄ Από πού προέκυψε το όνομα Βυζάντιο; Οι Βυζαντινοί δεν χρησιμοποίησαν ποτέ αυτόν τον όρο (Βυζάντιο, Βυζαντινός), αλλά τους όρους Ρώμη, Ρωμανία, Αυτοκράτωρ και Βασιλεύς Ρωμαίων.
Ο όρος είναι των Γάλλων, επειδή η Κωνσταντινούπολη χτίστηκε επάνω στα ερείπια της πόλης του Βύζαντος. Αυτοί άρχισαν να μιλάνε για βυζαντινή ιστορία, για να μην γίνεται σύγχυση με την αρχαία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ουδέποτε οι Άγγλοι το δέχτηκαν. Later Roman Empire, αυτός είναι ο τίτλος του Βυζαντίου για τους Άγγλους και τους Γερμανούς.
Οι Έλληνες αποδέχτηκαν τον όρο Βυζάντιο, αλλά το Βυζάντιο δεν είναι τίποτε άλλο παρά η μεσαιωνική ιστορία του Ελληνισμού. Ποιος είναι ο ορισμός του Βυζαντίου; Το Βυζάντιο είναι η οργανική συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είναι ακριβώς αυτό που λέμε εμείς σήμερα Βυζάντιο. Ρωμαϊκό, λοιπόν, ανατολικό τμήμα, εκχριστιανισμένο και εξελληνισμένο, με την Κωνσταντινούπολη ως κέντρο.
7΄ Πώς χτίστηκε η Κωνσταντινούπολη;
Στις αρχές του 4ου αι. ο Κωνσταντίνος ήθελε να κτίσει ένα κέντρο στρατιωτικό στην Ανατολή, για να αντιμετωπίσει την περσική απειλή εναντίον της αυτοκρατορίας, και διαλέγει την Τροία, το Ίλιον, γιατί ήθελε οι δύο μεγάλοι λαοί της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, δηλαδή οι Έλληνες και οι Λατίνοι να έχουν κοινή παράδοση. [αναφέρεται στην ιστορία του Αινεία]
Οι ναύαρχοι απορρίπτουν την ιδέα, γιατί η Τροία δεν έχει μεγάλο λιμάνι, και ο Κωνσταντίνος διαλέγει τη Θεσσαλονίκη. Χτίζει τη Ροτόντα, που φαίνεται ότι είναι το μαυσωλείο που έχτισε ο Κωνσταντίνος για τον εαυτό του.
Όμως απορρίφθηκε και η Θεσσαλονίκη και τότε πηγαίνει στην περιοχή της Πόλης, αλλά στην ασιατική ακτή, δηλαδή στο Σκούταρι. Ο θρύλος λέει ότι άγγελος Κυρίου κάθε βράδυ έπαιρνε τα εργαλεία των εργολάβων, τις πέτρες και τους βράχους και τα λοιπά και τα μετέφερε στην απέναντι ακτή. Οπότε η Πόλη είναι θεϊκή επιλογή. Έτσι χτίζει την Πόλη, στην οποία δίνει το όνομά του ακολουθώντας μια αλεξανδρινή συνήθεια, γιατί ουδέποτε πριν οι αρχαίοι Έλληνες έδιναν ονόματα βασιλέων στις πόλεις τους πλην των Μακεδόνων. Τελείως συμβατικά τα εγκαίνια της Πόλης τοποθετούνται στις 11 Μαΐου του 330 και αυτή είναι η αρχή της Βυζαντινής Ιστορίας. Ο Κωνσταντίνος, ο οποίος δεν είναι ακόμη χριστιανός -αν έγινε χριστιανός ποτέ- αφιερώνει την πόλη στον Χριστό.
Η Αυτοκρατορία αντιμετωπίζει τότε στα ανατολικά την περσική απειλή και στα ευρωπαϊκά εδάφη την κάθοδο των «βαρβάρων» (Γότθων, Βανδάλων κλπ.). Οι Πέρσες Σασσανίδες έχουν αυτοκρατορία, αλλά οι βάρβαροι δεν έχουν κράτη οργανωμένα.
Ουδέποτε ο Κωνσταντίνος έκανε την Κωνσταντινούπολη πρωτεύουσα. Πάντοτε η Ρώμη ήταν η αιωνία πόλις. Πρωτεύουσα για την αυτοκρατορία είναι εκεί που υπάρχει ο αυτοκράτορας. Γιατί ο Κωνσταντίνος έρχεται στην Ανατολή; Τα χαρακτηριστικά της Ανατολής, του ανατολικού τμήματος, εκείνη τη στιγμή ήταν τα εξής:
1ον ο Χριστιανισμός: η ανατολή είναι η πρώτη περιοχή που έχει εκχριστιανιστεί. Πώς το ξέρουμε; Στην Αποκάλυψη του Ιωάννη θα δείτε ότι υπάρχουν οι περίφημες 7 λυχνίες της αποκαλύψεως. Δεν είναι τίποτε άλλο παρά τα μεγάλα χριστιανικά κέντρα της εποχής: Σμύρνη, Έφεσος, Πέργαμος, Λαοδίκεια, Σάρδεις, Θυάτειρα και Φιλαδέλφεια. Όλος σχεδόν ο πληθυσμός, ο οποίος πρέπει να αντιμετωπίσει τους Πέρσες βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα. Το πρώτο χαρακτηριστικό λοιπόν είναι ο εκχριστιανισμός του τμήματος.
2ον η ελληνοφωνία: ποιος είναι ο διαχωρισμός μεταξύ των λατινικών και των ελληνικών; Αν πάρετε μια γραμμή από τη Βενετία και την κατεβάσετε μέχρι τη μεγάλη Σύρτη στην Αφρική, έχετε ανατολικά τον ελληνόφωνο πολιτισμό και πληθυσμό και δυτικά έχετε την λατινογενή πολιτισμό και βεβαίως τους λατινόφωνους.
18΄ Η χριστιανική πολιτική του Κωνσταντίνου
Κατά πάσα πιθανότητα ο Κωνσταντίνος, ο άγιος, ο ισαπόστολος κλπ. δεν έχει ποτέ βαφτιστεί. Μέχρι την τελευταία στιγμή κάνει θυσία στον βωμό του Ήλιου. Λέμε ότι ο Κωνσταντίνος βαφτίστηκε, μόνο χάρη στο Ευσέβιο Καισαρείας, ο οποίος στη Vita Constantini γράφει ότι ο Κωνσταντίνος βαφτίστηκε στο κρεβάτι του θανάτου του, δηλαδή σχεδόν ετοιμοθάνατος. Αυτό δεν τον εμποδίζει να χτίσει πολλούς χριστιανικούς ναούς, ακριβώς γιατί είχε ανάγκη από τους χριστιανικούς πληθυσμούς της ανατολής, δηλαδή τους ελληνόφωνους, και να πάει εναντίον των Περσών. Η Κωνσταντινούπολη, λοιπόν, δεν είναι ούτε πρωτεύουσα ούτε τίποτε άλλο παρά ένα μεγάλο κέντρο στρατιωτικό κυρίως εναντίον των Περσών.
Ο Κωνσταντίνος θέλει να έχει μια οργανωμένη και εύτακτη αυτοκρατορία. Το μόνο που κάνει είναι να δεχτεί τον Χριστιανισμό με το διάταγμα του Μιλάνου ως θρησκεία ισάξια με το Πάνθεον και με τις άλλες θρησκείες. Αλλά, το 325 κάνει την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια, η οποία έχει επεξεργαστεί το Πιστεύω. Και ποιος επεξεργάζεται αυτό το Πιστεύω; Οι 318 θεοφόροι πατέρες της Νίκαιας, μεταξύ των οποίων ο Άγιος Αθανάσιος [έπρεπε να πει ο Άγιος Σπυρίδων], ο οποίος για να αποδείξει ότι τα τρία είναι ένα [ο τριαδικός Θεός είναι ένας Θεός] παίρνει ένα τούβλο και φαίνεται ότι φεύγει η φωτιά πάνω, το νερό πέφτει κάτω και έχει στα χέρια του το χώμα. Άρα φωτιά, χώμα και νερό κάνουν ένα τούβλο.
Το 325, λοιπόν, η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος έχει ως πρόεδρο τον ίδιο τον Κωνσταντίνο. Ο Κωνσταντίνος οπωσδήποτε δεν είναι βαφτισμένος. Ποιος είναι ο τίτλος του Κωνσταντίνου εκείνη την ώρα; «Επίσκοπος των έξω», δηλαδή είναι ο μητροπολίτης, θα λέγαμε, ο επίσκοπος αυτών που δεν είναι χριστιανοί, που είναι εκτός χριστιανισμού.
Ανατολική Ρωμαϊκή, εκχριστιανισμένη και εξελληνισμένη (γλωσσικά, όχι βιολογικά) αυτοκρατορία με την Κωνσταντινούπολη ως κέντρο είναι ο μόνος σωστός ορισμός του Βυζαντίου. Αρχίζει από το 330 και τελειώνει στο 1453.
24΄ Η Ρωμαϊκή κληρονομιά
Πρώτον, το όνομα. Ρώμη. Τι άλλο μένει; Τα διοικητικά: όλος ο νομοθετικός κώδικας. Και κυρίως μένει όλη η ιδεολογία του Βυζαντίου, δηλαδή Ρώμη θεωρείται μια παγκόσμια αυτοκρατορία, η οποία διαφεντεύει όπου γη βατή και όπου θάλασσα πλωτή. Οπότε η παγκοσμιότητα είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που θα υπερασπιστεί οπωσδήποτε το Βυζάντιο μέχρι το τέλος. Γι’ αυτό ακριβώς κάθε πόλεμος του Βυζαντίου είναι αμυντικός, δηλαδή υπερασπίζεται εδάφη τα οποία κάποτε ανήκαν στην αυτοκρατορία και κάνει πόλεμο των αλύτρωτων αδελφών. Έχουμε ακριβώς αυτή την έκφραση μέσα στα επίσημα κείμενα.
27΄ Για την ελληνοφωνία
Οι πληθυσμοί του ανατολικού τμήματος ήταν ελληνόφωνοι: οι πατέρες της εκκλησίας γράφουν ελληνικά, οι οικουμενικές σύνοδοι έχουν τα πρακτικά τους ελληνικά και λατινικά, όλη η παιδεία είναι ελληνική. Για πρώτη φορά γίνεται πανεπιστήμιο στην Πόλη το 425, και βεβαίως έχουμε τα νομικά και τις άλλες σπουδές στα ελληνικά. Ποτέ όμως τα ελληνικά γίνονται επίσημη γλώσσα του κράτους; Η νομοθεσία όλη είναι στα λατινικά, ο κώδικας του Θεοδοσίου και οι κώδικες του Ιουστινιανού είναι επίσης στα λατινικά. Έπρεπε να περιμένουμε τη βασιλεία που Ηρακλείου, δηλαδή 610-641, για να γίνουν τα ελληνικά η επίσημη γλώσσα του κράτους. Αυτό δεν έγινε ξαφνικά. Το τελευταίο νομοθετικό έργο του Ιουστινιανού είναι και οι λεγόμενες Νεαρές και οι είναι όλες στα ελληνικά. Κανονικά θα έπρεπε να τους ονομάσει Νεαροί (νόμοι), αλλά επηρεάζεται από το γένος της λέξης στα λατινικά: lex = νόμος (leges στον πληθυντικό) είναι θηλυκό! Επομένως, στην εποχή του Ιουστινιανού υπάρχει ακόμα μια αμφισβήτηση μεταξύ λατινικών και ελληνικών. Άλλωστε, ο Ιωάννης ο Λυδός, ο οποίος είναι πρωθυπουργός του Ιουστινιανού, γράφει σ’ ένα από τα μεγάλα του έργα, το οποίο λέγεται Περί αξιωμάτων (De magistratibus), όταν μιλάγαμε την πάτριον γλώσσα, τότε ήμασταν μεγάλοι και τρανοί. Το γράφει ελληνικά. Η πάτριος γλώσσα είναι τα λατινικά. Το κείμενο του Λυδού είναι γραμμένο κατευθείαν ελληνικά.
[παρένθεση: η φράση του πατρίκιου Ιωάννη στον Χοσρόη κατά τις διαπραγματεύσεις πριν από τους Βυζαντινοπερσικούς πολέμους της εποχής του Ιουστινιανού: ει παρά την κοινήν των ανθρώπων δόξαν βέβαιον ηγησόμεθα το νικάν, οίμαι τον νενικηκότα κάκιστα ζειν εξ ων δακρύουσιν έτεροι («αν και είμαστε βέβαιοι ότι θα νικήσουμε, πιστεύομε ότι ο νικητής ζει άσχημα εξ αιτίας των δακρύων που χύνουν οι ηττημένοι »)]
Ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, δεν ήθελε οι χριστιανοί να μιλούν και να γράφουν ελληνικά. Τότε ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός του στέλνει την περίφημη διατριβή του Τίνος το ἑλληνίζειν και του λέει ότι είναι δικά μας όλα, στους χριστιανούς ανήκουν όλα πλην ενός: της παιδεραστίας.
Η λέξη Ἕλλην και το Ἕλληνίζειν σήμαιναν για τους Βυζαντινούς μόνο τους ειδωλολάτρες. Η λέξη Έλλην στα βυζαντινά μέχρι τον 12ο αιώνα, ακόμα και τον 13ο, σημαίνει ειδωλολάτρης. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει ποῦ τῶν Ἑλλήνων ὁ τῦφος (πού είναι η υπερηφάνεια των Ελλήνων;). Στους τρίτους Χαιρετισμούς, ο Ακάθιστος Ύμνος γράφει Χαῖρε ἡ τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκάς διασπῶσα. Έτσι, η Κωνσταντινούπολη ονομάστηκε Νέα Ρώμη, Νέα Ιερουσαλήμ Νέα Σιών ουδέποτε Νέαι Ἀθῆναι, γιατί η Αθήνα ήταν η κατείδωλος πόλις, δηλαδή η πόλη η οποία είχε μόνο την ειδωλολατρία.
Έπρεπε όλοι οι ειδωλολάτρες να εξαφανιστούν. Η τελευταία αντιπαλότητα με τους ειδωλολάτρες είναι αυτή στα χρόνια του Ιουστινιανού ακόμη, όπου έχουμε αρκετούς ειδωλολάτρες της αρχαίας θρησκείας που ζουν στα διάφορα μέρη. Αποφασίζει ο Ιουστινιανός να τους εξαλείψει, κλείνοντας το 529 την περίφημη Ακαδημία των Αθηνών. Δεν υπάρχει πια καμία δυνατότητα ελληνικής, αρχαίας παιδείας στο Βυζάντιο μετά από την εποχή του Ιουστινιανού.
Οι δάσκαλοι πηγαίνουν στην Ανατολή, στους Πέρσες, όπου αργότερα τους συναντούν οι Άραβες και μεταφράζουν στα αραβικά τα αρχαία κείμενα που χρειάζονται: το Ὄργανον του Αριστοτέλη (για να μπορέσουν να διοικήσουν την αυτοκρατορία τους), τους γεωγράφους (Πτολεμαίο κυρίως) και λίγο Πλάτωνα. Την εποχή του Ιουστινιανού έχουμε και τον τέλειο εκχριστιανισμό.
38΄ Πότε η Κωνσταντινούπολη γίνεται πρωτεύουσα;
Όταν το 410 οι Γότθοι του Αλάριχου φεύγουν από την Αθήνα (κατά πάσα πιθανότητα έχουν καταστρέψει την Ακρόπολη το 396 και μεταξύ αυτών υπήρχαν και οι τα φαιά φέροντες, δηλαδή καλόγεροι χριστιανοί), πάνε στη Ρώμη και την καταστρέφουν τελείως. Από τότε η Κωνσταντινούπολη γίνεται βασιλεύουσα, δηλαδή ουσιαστικά πρωτεύουσα. Τι σημαίνει βασιλεύουσα; Όποιος κατέχει την πόλη κατέχει τη βασιλεία, δηλαδή ο κάτοχος της Κωνσταντινουπόλεως γίνεται αυτοκράτορας.
41΄ Πώς έγινε ο Χριστιανισμός επίσημη θρησκεία;
Ο χριστιανισμός ήταν πάντοτε μειοψηφικός, αλλά είχε την καλύτερη οργάνωση (μητροπολίτες, επισκόπους κλπ.), αλλά υποφέρει από τη γέννησή του από τις περίφημες αιρέσεις, τις παραχριστιανικές (Γνωστικοί, Μανιχαίοι, Καθαροί, Παυλικιανοί) και τις καθαυτό χριστιανικές: αν ο Χριστός ήταν θεός, δεν θα έχει υποφέρει στον σταυρό, άρα τα Πάθη είναι φαντασία. Αρχίζει η μεγάλη χριστολογική έριδα. Πριν από την χριστολογική έριδα έχουμε την περίφημη διαμαρτυρία του Αρείου, ο οποίος έλεγε ότι αν ο Χριστός είναι γιος του Θεού, πρέπει να είναι μεθύστερος. Δεν μπορεί ο πατέρας και γιός να είναι της ίδιας εποχής. Έγιναν δύο Σύνοδοι (325 και 381), για να δημιουργηθεί το περίφημο ομοούσιον (το ζήτημα του χρόνου υπάρχει, αλλά η ουσία μετράει). Εδώ τελειώνει η ιστορία του Αρείου.
Μετά αρχίζει η περίφημη χριστολογική έριδα: Θεός ή άνθρωπος ο Χριστός; Έχουμε αυτούς που λένε περισσότερο άνθρωπος (Νεστοριανοί) και αυτούς που είναι περισσότερο Θεός (Μονοφυσίτες). Στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο το 451 στη Χαλκηδόνα αποφασίζουν: εξίσου άνθρωπος και Θεός, διττός και ένας. Είναι και τα δυο μαζί. Αλλά βεβαίως συνεχίζουν στην Αίγυπτο και στην Παλαιστίνη μιλάνε ακόμα για θεό και όχι για άνθρωπο. Οι άλλοι στην Αρμενία μιλάνε για άνθρωπο και όχι για θεό. [παρένθεση: οι εικόνες της Παναγίας που την αναφέρουν Θεοτόκο είναι μετά τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας]
Η διαμάχη γύρω από την υπόσταση του Χριστού τελειώνει το 650 περίπου, όταν ο αυτοκράτορας, τελείως εξουθενωμένος και απαυδισμένος, βγάζει διάταγμα και λέει ουδεμία πια κουβέντα γύρω από το ζήτημα αυτό. Όμως όλες οι μονοφυσιτικές επαρχίες, δηλαδή η Αίγυπτος, η Παλαιστίνη και η Συρία, είχαν χαθεί για το Βυζάντιο. Είναι η εποχή που έχουν φτάσει οι Άραβες και τότε έχουμε μια νέα εξέλιξη.
49΄ Η Εικονομαχία
Ο Λέων ο Ίσαυρος (δεν έχει καμία σχέση με Ισαύρους, του κόλλησαν το όνομα για να τον ταπεινώσουν) υποστηρίζει τους πληθυσμούς της ανατολής, που ήταν επηρεασμένοι από τις ανεικονικές αντιλήψεις, γιατί αυτοί αντιστέκονται στους Άραβες. Όλη η Δύση είναι συνηθισμένη με τα αγάλματα, με τις εικόνες κλπ. δεν έχουν κανένα πρόβλημα να λατρεύουν εικόνες. Οι ανατολικοί τους ονομάζουν «σανιδόπιστους», ενώ οι δυτικοί ονομάζουν τους ανατολικούς μουσουλμανόπιστους ή ιουδαϊκόπιστους, γιατί και οι Ιουδαίοι έχουν ανεικονική θρησκεία.
Η Εικονομαχία κράτησε πάνω από έναν αιώνα (741 έως 843), και την σταμάτησε η περίφημη Αγία Θεοδώρα, η δεύτερη επιλογή του αυτοκράτορα Θεόφιλου, η οποία ήταν εικονόφιλη. Κάποιος μίμος του παλατιού είπε στον αυτοκράτορα ότι εκείνη κρυφά λατρεύει κουκλία και νινία. Επίσης, η Θεοδώρα έκανε εμπόριο παρά τις συστάσεις του Θεόφιλου. Αγόρασε μάλιστα από μια χήρα για ένα κομμάτι ψωμί μια κουμπαρέα, ένα τεράστιο πλοίο. Η ιστορία μαθεύτηκε και στον ιππόδρομο το έκαναν σκετσάκι δύο μίμοι: σέρνει ο ένας ένα καΐκι λέγοντας στον άλλο «κατάπιε το λεμβίδιον». Ο άλλος λέει «ου δύναμαι». Και ο πρώτος απαντά: «εδώ η αυτοκράτειρα κατάπιε κουμπαρέα, εσύ δεν μπορείς να καταπιείς ένα λεμβίδιον;» Ο Θεόφιλος κατάλαβε αμέσως και πήγε να βρει την Κασσιανή, η οποία όταν άκουσε ήχο αλόγων, κρύφτηκε από τον φόβο της στο μοναστήρι. Έτσι ο Θεόφιλος πηγαίνει στο κελί της Κασσιανής, αλλά δεν βρίσκει παρά τον περίφημο ύμνο της ατελείωτο. Μόλις τον έγραφε. Τον συμπληρώνει ο ίδιος, γι’ αυτό έχουμε μια ανακολουθία μέσα στον ύμνο. Η Εικονομαχία τελειώνει το 843, η Θεοδώρα βεβαίως αγιάζει και έτσι έκανε η ορθοδοξία μία εφοπλίστρια αγία.
58΄ Το Σχίσμα
Το πρώτο Σχίσμα γίνεται το 847, όταν ο Φώτιος πηγαίνει στην Ρώμη, για να συζητήσει με τον Πάπα οργανωτικά θέματα. Εκεί εμφανίζεται (όχι για πρώτη φορά) με οξύτητα το ζήτημα των πρωτείων: ποιος έχει τα πρωτεία, η Ρώμη ή η Πόλη; Ο Πάπας λέει ότι η Ρώμη έχει τα πρωτεία, γιατί ο Χριστός είπε, αναφέρεται στο Κατά Λουκάν [εννοεί Κατά Ματθαίον κεφάλαιο 16, στίχος 18], είσαι ο Πέτρος και πάνω σε αυτήν την πέτρα θα χτίσω την Εκκλησία μου (ο Πέτρος ήταν -δήθεν- ο πρώτος μητροπολίτης της Ρώμης). Ο Φώτιος απαντά: η Πόλη έχει τα πρωτεία, γιατί προστάτης άγιος της Πόλης είναι ο Άγιος Ανδρέας, ο πρωτόκλητος και μεγαλύτερος αδελφός του Πέτρου. Ο Πάπας θα μπορούσε να του απαντήσει ότι όταν ο Ανδρέας εκχριστιάνισε τον Πόντο, η Πόλη δεν υπήρχε!
Στη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο, ανάμεσα στα άλλα, βάζουν σε σειρά τα Πατριαρχεία: πρῶτος ὁ τῆς Ῥώμης ἐπίσκοπος, μετά αὐτόν ὁ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὡς οὔσης δευτέρας Ῥώμης [Η Αρβελέρ πιστεύει ότι πρέπει να διαβαστεί …μετ’ αὐτοῦ ὁ τῆς…, άρα και οι δύο είναι ισότιμοι].
♦
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου