![]() |
πηγή: Αντιδικτατορικός αγώνας, Ιστορία και Μνήμη: ιστότοπος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών |
Η πρώτη φάση της επιχείρησης καταστολής
Η πρωτοφανής μαχητικότητα τόσο των φοιτητών όσο και του πλήθους των διαδηλωτών έξω από το Πολυτεχνείο, που με την πάροδο τον ωρών πολλαπλασιαζόταν την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 1973, καθιστούσε πλέον προφανές ότι πλησίαζε η ώρα της σύγκρουσης. Οι υπολογισμοί και οι προσδοκίες των Παπαδόπουλου και Μαρκεζίνη είχαν διαψευστεί ολοκληρωτικά από τα γεγονότα. Η μετεξέλιξη της κατάληψης σε λαϊκή εξέγερση άλλαξε ριζικά τα δεδομένα. Το πρόβλημα που είχε να αντιμετωπίσει εκείνη την Παρασκευή ο δικτάτορας ήταν πολύ πιο καυτό και άμεσο από τον ελιγμό πολιτικοποίησης του καθεστώτος. Η λαϊκή εξέγερση, εάν δεν καταστελλόταν με τα όπλα, απειλούσε με τρόπο άμεσο να ανατρέψει τη δικτατορία και να βάλει τη χώρα σε ένα είδος επαναστατικής κατάστασης, παρόλο που οι εξεγερμένοι ήταν άοπλοι.
Για τον Παπαδόπουλο πλέον δεν υπήρχε κανένα δίλημμα. Η εξέγερση έπρεπε να συντριβεί, έστω κι αν αυτό σήμαινε και τη δική του πλήρη πολιτική απαξίωση, λόγω της ολοκληρωτικής κατάρρευσης του ελιγμού πολιτικοποίησης. Έτσι, την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 1973 το απόγευμα άρχισε να ξεδιπλώνεται η επιχείρηση αιματηρής καταστολής, που περιλάμβανε τρεις φάσεις. Στην πρώτη όλες οι αστυνομικές δυνάμεις, ενισχυμένες με πλήθος πρακτόρων της ΚΥΠ και παρακρατικών, ξεκίνησαν έναν ανελέητο βομβαρδισμό του Πολυτεχνείου και των γύρω δρόμων στην αρχή με δακρυγόνα και στη συνέχεια με κανονικά πυρά από διάφορες θέσεις που είχαν καταλάβει οι ακροβολιστές, όπως στο ξενοδοχείο Ακροπόλ.
Αυτή η επίθεση δεν συνιστούσε κατά μέτωπο επίθεση. Ήταν κατά κάποιο τρόπο ένας “παρατεταμένος πόλεμος φθοράς”. Διήρκεσε πάνω από τέσσερις ώρες και είχε δύο στόχους:
Πρώτον, να απομονώσει το Πολυτεχνείο από τους έξω διαδηλωτές, να διαλύσει δηλαδή τον ανθρώπινο προστατευτικό κλοιό που είχαν δημιουργήσει οι διαδηλωτές σε μεγάλη ακτίνα γύρω από το Πολυτεχνείο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο προπαρασκεύαζε την επίθεση στο Πολυτεχνείο. Εκείνο το διάστημα η αστυνομία έδινε μάχες με διαδηλωτές που επιχειρούσαν επιθετικές ενέργειες, όπως την κατάληψη της Νομαρχίας και του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, αλλά και για να διαλύσει τη μεγάλη διαδήλωση που από τη Σταδίου κατευθύνονταν στη Βουλή. Η αστυνομία, οι των μυστικών υπηρεσιών και οι παρακρατικοί δεν κατάφεραν να διαλύσουν τις συγκεντρώσεις-διαδηλώσεις, οι οποίες συνεχώς πύκνωναν, παρότι ήταν εκτεθειμένες όχι μόνο σε βομβαρδισμό από δακρυγόνα αλλά και στα πυρά των δυνάμεων καταστολής.
Δεύτερον, να σπάσει το ηθικό των εγκλείστων, οι οποίοι δέχονταν πυρά από έναν εχθρό που δεν φαινόταν. Από ένα χρονικό σημείο και πέρα στο προαύλιο του Πολυτεχνείου, το οποίο ήταν ασφυκτικά γεμάτο από φοιτητές, εργαζόμενους και μαθητές, κάθε λίγο έπεφτε κάποιος χτυπημένος από σφαίρα. Στο κτίριο της Αρχιτεκτονικής δύο μεγάλες αίθουσες, γεμάτες από μακρόστενα τραπέζια για σχέδιο, μετατράπηκαν σε πρόχειρα νοσοκομεία. Το ένα για τους βαριά και το άλλο για τους πιο ελαφρά τραυματισμένους. Κάποιοι γιατροί, αλλά κυρίως φοιτητές Ιατρικής είχαν αναλάβει να προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες στους τραυματίες, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις έγιναν επιτόπου και πιο δραστικές ιατρικές πράξεις, σε μια προσπάθεια να σωθούν τραυματισμένοι που κινδύνευαν να πεθάνουν. Φάρμακα είχαν συγκεντρωθεί πολλά από τις εκκλήσεις του ραδιοσταθμού “Εδώ Πολυτεχνείο”, ο οποίος καλούσε τους πολίτες να φέρουν ό,τι φάρμακα ζητούσαν οι γιατροί από τα πρόχειρα νοσοκομεία.
Στο σημείο αυτό να αναφερθώ σε ένα προσωπικό βίωμα. Ήλθε στην αίθουσα της Συντονιστικής Επιτροπής -επίσης στο κτίριο της Αρχιτεκτονικής- όπου βρισκόμουν ένας νεαρός γιατρός και μου ζήτησε να πάω μαζί του στην αίθουσα με τους βαριά τραυματίες. Μου έδειξε έναν, λέγοντας πως εάν δεν του αφαιρούσε τη σφαίρα θα πέθαινε. Μου ζήτησε να αναλάβουμε ως Συντονιστική Επιτροπή την ευθύνη, επειδή υπήρχε κίνδυνος να του πεθάνει κατά τη διάρκεια της επέμβασης, δεδομένου πως δεν υπήρχαν και τα αναγκαία μέσα. Η σκηνή ήταν τραγική, επειδή παιζόταν η ζωή ενός ανθρώπου, αλλά και ενδεικτική ενός κλίματος, αφού στα μάτια του γιατρού η Συντονιστική Επιτροπή αντιπροσώπευε εκείνη τη στιγμή την νόμιμη αρχή. Έδωσα την άδεια, αφού και άλλος ένας γιατρός ή φοιτητής Ιατρικής με διαβεβαίωσε πως εάν δεν του έκαναν την επέμβαση ο τραυματίας θα πέθαινε. Δεν έμαθα ποτέ εάν έζησε.
Επιστρέφοντας στο πόστο μου με έπιασε από το χέρι ένας άλλος βαριά τραυματίας. Διαπίστωσα ότι είχε δεχθεί τρεις σφαίρες -προφανώς ριπή- μία στο χέρι, μία στον κορμό και μία τρίτη στο πόδι. Μου είπε έναν αριθμό τηλεφώνου και μου ζήτησε, εάν έβγαινα ζωντανός, να επικοινωνήσω με τους γονείς του για να τους ενημερώσω για τον γιο τους. Σημείωσα στην παλάμη μου τηλέφωνο και πράγματι τρεις μέρες αργότερα, όταν είχα την ευκαιρία, τηλεφώνησα και τους ενημέρωσα. Οι γονείς του έκλαιγαν στην άλλη άκρη του σύρματος. Και όταν τους ξανατηλεφώνησα μία εβδομάδα αργότερα με ενημέρωσαν πως ο γιος τους νοσηλευόταν, αλλά είχε διαφύγει τον κίνδυνο. Έχασα την επαφή μαζί τους.
Τα αποτελέσματα της πρώτης φάσης της επιχείρησης καταστολής ήταν φτωχά. Οι πυροβολισμοί, αντί να τρομοκρατήσουν και να σπάσουν το ηθικό των διαδηλωτών, τους εξαγρίωναν, τους όπλιζαν με αποφασιστικότητα, θάρρος και ηρωισμό που στην καθημερινότητά τους οι ίδιοι ούτε θα μπορούσαν να φανταστούν. Οι σκηνές αλληλεγγύης που εξελίσσονταν στους δρόμους και σε συνθήκες που η ανθρώπινη ζωή παιζόταν κάθε στιγμή κορόνα γράμματα ήταν κάτι περισσότερο από συγκλονιστικές. Ιδιαιτέρως αν λάβουμε υπόψη μας ότι αποτελούσαν τον κανόνα και όχι την εξαίρεση. Η δραματική αυτή εξέλιξη, αντί να διώξει τους διαδηλωτές προς τα σπίτια τους -με την καταλυτική επίδραση του "Εδώ Πολυτεχνείο"-, ωθούσε και τους μέχρι τότε διστακτικούς να κατεβούν στους δρόμους και στα οδοφράγματα.
Το βράδυ είχε πλέον φανεί καθαρά ότι οι αστυνομικές δυνάμεις αδυνατούσαν να διαλύσουν τις διαδηλώσεις και τα οδοφράγματα. Όπως, μάλιστα, αποκαλύφθηκε από την παγίδευση των επικοινωνιών της αστυνομίας από ειδικούς δέκτες που έφτιαξαν οι φοιτητές ηλεκτρολόγοι μέσα στο Πολυτεχνείο, σε πολλές περιπτώσεις αστυνομικές δυνάμεις κυκλώθηκαν από άοπλους διαδηλωτές και απειλήθηκαν σοβαρά. Όλο το κέντρο και η περιφερειακή ζώνη της Αθήνας ήταν γεμάτη οδοφράγματα, τα οποία ήταν ικανά να σταματήσουν για ημέρες στην αστυνομία. Ήταν τότε που οριστικοποιήθηκε η απόφαση να σταλούν άρματα μάχης για να διαλύσουν τα οδοφράγματα και να αλώσουν το Πολυτεχνείο.
Σταύρος Λυγερός, Η εξέγερση του Πολυτεχνείου, Μία ξεχασμένη κατάθεση, εκδόσεις Πατάκη, σελ.208-212
❦
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου