Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2019

Αρχαία Ελληνικά Κείμενα (μετάφραση) Β΄ Γυμνασίου (7) - Ιλιάδα, Ζ 369-529


Deckler Carl Friedrich (1838-1918) Έκτορας και Ανδρομάχη (πηγή: Ψηφίδες για την Ελληνική Γλώσσα)


Ζ 369-529, ο Έκτορας στην Τροία


Βασικά σημεία:
1. Σκηνές.
2. Γνωριμία με τον Έκτορα και την Ανδρομάχη.
3. Αφηγηματικές τεχνικές (ειρωνεία, προοοικονομία) κι εκφραστικοί τρόποι (θέμα των άστοχων ερωτημάτων, παρομοίωση).


Ανάπτυξη:
1. Η ενότητα μπορεί να χωριστεί σε τέσσερις υποενότητες-σκηνές:

α΄ σκηνή (στ. 369-389): ο Έκτορας στο παλάτι του αναζητά την Ανδρομάχη 

το θέμα των άστοχων ερωτημάτων:  
«άστοχα ερωτήματα λέγονται οι άστοχες υποθέσεις-ερωτήσεις που κάνει κάποιος γι’ αυτό που θέλει να μάθει. Κατόπιν όλες αυτές οι υποθέσεις-ερωτήσεις απορρίπτονται από τον ερωτώμενο, για να δοθεί έτσι έμφαση στη σωστή εκδοχή-απάντηση που δίνεται τελευταία[1]».

Στους στίχους 376-380 ο Έκτορας, αναζητώντας την Ανδρομάχη, ρωτά τις υπηρέτριες αν πήγε επίσκεψη  ή βρίσκεται σε κάποιο ναό. Ποιος ο λόγος να κάνει αυτές τις υποθέσεις, ενώ θα μπορούσε να ρωτήσει ευθέως πού βρίσκεται η γυναίκα του, για να πάρει μια ξεκάθαρη απάντηση; Σκοπός του ποιητή, όταν μεταχειρίζεται τα άστοχα ερωτήματα, είναι να καθυστερήσει λίγο την ανακοίνωση της σωστής απάντησης, ώστε αυτή να αποκτήσει ξεχωριστή σημασία. Ο ακροατής αντιλαμβάνεται έτσι ότι πρόκειται για κάποιο σημαντικό γεγονός, στο οποίο πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή. 
«Από λογική άποψη, η διεξοδική αναίρεση των άστοχων ερωτημάτων του πρώτου είναι φλυαρία περιττή. Το πιο φυσικό θα ήταν τα  άστοχα ερωτήματα να αγνοηθούν και η απάντηση να είναι χωρίς πολλά λόγια: αυτό που ρωτάς έγινε γι’ αυτόν και γι’ αυτόν τον λόγο […]. Ό,τι όμως από λογική άποψη είναι περιττό, μπορεί πολύ ωραία από ποιητική άποψη να είναι απόλυτα δικαιωμένο. Έτσι στην περίπτωση των άστοχων ερωτημάτων, η σωστή λύση του προβλήματος κρατιέται σκόπιμα στο τέλος, για ν’ ακουστεί γεμάτη βάρος και δύναμη, αφού πρώτα η φαντασία μας παρασύρθηκε σε σφαλερούς δρόμους, δύο φορές μάλιστα: μήπως είναι αυτό, μήπως είναι εκείνο; -ούτε αυτό είναι ούτε εκείνο, μόνο αυτό! Αντίθετα, με την κοφτή από την αρχή λύση –αυτό είναι το σωστό- θα αδυνάτιζε κάθε κίνηση της φαντασίας[2]


β΄ σκηνή (στ. 390-494): συνομιλία Έκτορα και Ανδρομάχης

Η συνομιλία Έκτορα και Ανδρομάχης είναι μια από τις πιο δυνατές, τις πιο συγκλονιστικές σκηνές του έπους. Παρότι ειρηνική η σκηνή, ο πόλεμος δεν ξεχνιέται ούτε μια στιγμή –όπως και ο θάνατος και η δυστυχία που απλώνουν το σκληρό τους δίχτυ πάνω από την τραγική οικογένεια.
 Στην αρχή του λόγου της η Ανδρομάχη φοβάται ότι η τόλμη του Έκτορα θα τον οδηγήσει γρήγορα στο θάνατο· έτσι, υπογραμμίζει τη μοναξιά της, την αγάπη που τρέφει για το σύζυγό της και τη στοργή που δείχνει για το μικρό παιδί της (στ.406-410). Επίσης, τονίζει την αγωνία της να κρατήσει τον Έκτορα μακριά από τους φοβερούς κινδύνους: αν τον χάσει, θα χάσει τα πάντα (στ.411-412), γιατί δεν της έμεινε κανένας στον κόσμο (στ.413-430).
 Ο Έκτορας, από την άλλη πλευρά, αντιλαμβάνεται πολύ καλά τους κινδύνους της μάχης, αλλά δεν μπορεί να κάνει πίσω για δύο λόγους: ντρέπεται το λαό του (στ.442-3), μα και ο ίδιος δε θέλει να κρυφτεί, αφού τέτοιος είναι ο χαρακτήρας του (στ.444-5)· έχει ευθύνες απέναντι στους Τρώες. Για την υπεύθυνη και γενναία στάση του θα τιμηθεί, θα δοξαστεί όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και η γενιά του (στ.446)[3]. Είναι βασική υποχρέωση κάθε πολεμιστή να διατηρήσει και να αυξήσει τη δόξα της γενιάς του, ώστε αυτή να κληροδοτηθεί στην επόμενη γενιά.
Ακούγοντας το λόγο του, όμως, δεν βλέπουμε μόνο τον υπεύθυνο και σκληροτράχηλο πολεμιστή που διατηρεί μέσα του ισχυρή τη συναίσθηση του καθήκοντος, αλλά και τον τρυφερό πατέρα και σύζυγο (484-5): η τύχη των δικών του τον τυραννά (στ.451-3), ιδίως της γυναίκας του (στ.454-465) και του παιδιού του (στ.475-481). Η επική ειρωνεία είναι εδώ έντονη: η τόσο ευγενική αυτή μορφή, ο Έκτορας, δε θα ζήσει την ευτυχία που ονειρεύεται (στ.526-8)· στο τέλος του έπους θα θανατωθεί και θα ατιμαστεί το πτώμα του από τον μανιασμένο Αχιλλέα.

➤ προοοικονομία: σε ένα τμήμα του λόγου του που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί προφητικό, ο Έκτορας φαντάζεται την πτώση της Τροίας και τη σκληρή, ατιμωτική μοίρα της αγαπημένης του Ανδρομάχης[4]. Ο ποιητής εδώ προοικονομεί, προετοιμάζει τον ακροατή του για γεγονότα που γνωρίζουμε από τους μύθους ότι θα συμβούν στο μέλλον.

ειρωνεία: στους στίχους 475-481 έχουμε μια χαρακτηριστική περίπτωση ειρωνείας: ο Έκτορας εύχεται να ζήσει δοξασμένος ο μικρός του γιος, γιατί δεν μπορεί να ξέρει ότι ο Αστυάνακτας θα βρει φριχτό τέλος[5].


γ΄ σκηνή (στ. 497-502): η Ανδρομάχη επιστρέφει στο σπίτι της

προοοικονομία: έχουμε στους στίχους 500-502, όπου η Ανδρομάχη και οι υπόλοιπες γυναίκες κλαίνε τον Έκτορα σαν να είναι ήδη νεκρός. Ο ποιητής προετοιμάζει τον αναγνώστη για το τραγικό τέλος του ήρωα.


δ΄ σκηνή (στ. 503-529): συνομιλία Έκτορα και Πάρη

παρομοίωση: θεωρία για τον εκφραστικό αυτόν τρόπο δίνει το βιβλίο στη σελ. 79 (ερώτηση 9). Εδώ αναλύεται μια διεξοδική παρομοίωση (στ.506-513):

Τι παρομοιάζεται;
Ο Πάρης (ομοίως απ’ την Πέργαμον ο Πριαμίδης Πάρης … με πόδια φτερωμένα, 512-514)
Με τι παρομοιάζεται;
Με καλοθρεμμένο, όμορφο και υπερήφανο άλογο που σπάει τα δεσμά του και τρέχει ελεύθερο στα αγαπημένα του μέρη.  (και ως όταν σπάσει τον δεσμόν … γοργά τα γόνατά του, 506-511)
Ποιο το κοινό στοιχείο;
Η ομορφιά, το περήφανο παράστημα, η ταχύτητα και η ορμητικότητα.
Ποια η λειτουργία της παρομοίωσης;
Η παρομοίωση τονίζει τον τρόπο με τον οποίο ο Πάρης ορμά στη μάχη.


Η παρομοίωση είναι πολύ συχνή στην καθημερινή μας ομιλία. Με τις παρομοιώσεις εξηγούμε καλύτερα αυτό που περιγράφουμε. Για παράδειγμα, αν θέλουμε να περιγράψουμε πόσο γρήγορος είναι κάποιος, λέμε «τρέχει σαν λαγός»· ή αν κάποιος είναι πολύ δυνατός, λέμε «είναι δυνατός σαν λιοντάρι»· αν είναι πονηρός, λέμε «είναι αλεπού» κλπ. Μια σύντομη παρομοίωση έχει ο στ.514: ωσάν ήλιος

ειρωνεία: βρίσκουμε στους στίχους 526-529, όταν ο Έκτορας εύχεται να δει μαζί με τον αδελφό του μια μέρα την Τροία ευτυχισμένη. Οι αναγνώστες του έπους, όμως, ξέρουν από τον μύθο ότι η Τροία θα καταστραφεί και οι κάτοικοί της είτε θα εξοντωθούν είτε θα συρθούν στη σκλαβιά. Ο Έκτορας εδώ κάνει μια ευχή που δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί ποτέ -αν και ο ίδιος, βέβαια, δεν μπορεί να το γνωρίζει. Το γνωρίζει, όμως, ο αναγνώστης, που θλίβεται για τον μάταιο αγώνα του Έκτορα και των Τρώων.



[1] Ομήρου Οδύσσεια, Α΄ Γυμνασίου, ΟΕΔΒ, σελ. 275.
[2] Ε. Κακριδή, Η διδασκαλία των ομηρικών επών, σελ. 64-65.
[3] Γίνεται  λόγος εδώ για την ομηρική «αιδώ», ένα ανάμεικτο συναίσθημα ντροπής για το τι θα πουν οι άλλοι, αλλά και σεβασμού αυτής της κοινής γνώμης. Αυτός «ο φόβος της ατίμωσης» ήταν το πλέον διαδεδομένο συναίσθημα της ομηρικής κοινωνίας. (πηγή: βιβλίο του καθηγητή, σελ.81)
[4] «Ύστερα από το θάνατο του άντρα της και την καταστροφή της Τροίας, η Ανδρομάχη, λάφυρο του πολέμου, έπεσε στον κλήρο του Νεοπτόλεμου, του γιου του Αχιλλέα. Ο Νεοπτόλεμος, αφού σκότωσε τον Αστυάνακτα, σύμφωνα με ορισμένους, ή χωρίς να τον σκοτώσει, σύμφωνα με άλλους, πήρε μαζί του την Ανδρομάχη στην Ήπειρο, όπου ήταν βασιλιάς. Από την Ανδρομάχη απέκτησε τρεις γιους: τον Μολοσσό, τον Πίελο και τον Πέργαμο.» πηγή: Pierre Grimal, Λεξικό της ελληνικής και ρωμαϊκής μυθολογίας, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1991, σελ.87
[5] βλέπε και το 2ο παράλληλο κείμενο, σελ.78.


Δεν υπάρχουν σχόλια: